Σε μια εποχή που η ψηφιακή μετάβαση και ο εκσυγχρονισμός προβάλλονται ως πανάκεια, η πραγματικότητα αποκαλύπτει μια παράλληλη βαθιά πληγή: την εγκατάλειψη του ανθρώπινου παράγοντα και την περιφρόνηση των πραγματικών αναγκών, ενός μέρους τουλάχιστον, της τοπικής κοινωνίας. Δύο πυλώνες της δημόσιας ζωής, η ηλεκτροδότηση και η συγκοινωνία, αντί να λειτουργούν ως δίχτυ ασφαλείας, μετατρέπονται σε πηγές ταλαιπωρίας με καταγγελίες που βλέπουν σήμερα το φως της δημοσιότητας μέσα από τη συχνότητα του Ράδιο Λασίθι να φανερώνουν πως δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για την κορυφή του παγόβουνου μιας σιωπηρής αποεπένδυσης από την περιφέρεια, όπου ο πολίτης καλείται να περιηγηθεί μόνος του σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας και ανεπαρκών υποδομών, με τον κίνδυνο να μείνει κυριολεκτικά αποκομμένος και στο σκοτάδι.
Η οδύσσεια της κυρίας Γαβριέλας, μιας 77χρονης κατοίκου με προβλήματα υγείας, αποτελεί την πιο εύγλωττη απεικόνιση της κατάστασης που προκάλεσε το κλείσιμο του τοπικού καταστήματος της ΔΕΗ. Η προσπάθειά της να παραμείνει συνεπής σε έναν διακανονισμό οφειλής μετατράπηκε σε έναν ατέλειωτη ταλαιπωρία. Η απουσία ενημέρωσης από το ΚΤΕΛ για την αλλαγή δρομολογίων την εμπόδισε αρχικά να μετακινηθεί, μια απεργία την επόμενη ημέρα της στέρησε και πάλι την πρόσβαση, και όταν τελικά έφτασε στην πόλη, βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κλειστό γραφείο της ΔΕΗ και ένα μη λειτουργικό σύστημα πληρωμών σε τοπικό σούπερ μάρκετ. Κατάφερε να πληρώσει τη δόση της με τρεις ημέρες καθυστέρηση, όχι όμως λόγω δικής της υπαιτιότητας, αλλά εξαιτίας της κατάρρευσης των διαθέσιμων επιλογών.
Η απάντηση του συστήματος ήταν άμεση και αυτοματοποιημένη: ένα SMS που την απειλούσε με διακοπή ρεύματος αν δεν κατέβαλλε άμεσα 330€ και η επίσκεψη τεχνικού στο σπίτι της λίγες ημέρες αργότερα. Η γυναίκα, παρότι είχε καταβάλει τα χρήματα, βρέθηκε στο έλεος ενός συστήματος που δεν μπορούσε να «δει» την πληρωμή της εγκαίρως και στην καλή θέληση ενός υπαλλήλου που της έδωσε προθεσμία λίγων ημερών. Η προσπάθειά της να επικοινωνήσει με κάποιον υπεύθυνο κατέληξε σε συνομιλίες με «ρομπότ» και αναποτελεσματικά τηλεφωνικά κέντρα, αναδεικνύοντας το τεράστιο κενό που αφήνει η απουσία της δια ζώσης εξυπηρέτησης για τους ηλικιωμένους και τους ψηφιακά αναλφάβητους.
Παράλληλα, το μέτωπο των συγκοινωνιών αποδεικνύεται εξίσου προβληματικό. Η καταγγελία της κυρίας Γαβριέλας για την έλλειψη πινακίδων με τα νέα δρομολόγια του ΚΤΕΛ στα Φέρμα δεν ήταν παρά μόνο η αρχή.
Η παρέμβαση της κυρίας Μαρίας φώτισε μια άλλη, εξίσου σοβαρή, πτυχή του προβλήματος: την ασφάλεια των μαθητών. Παιδιά που σχολνούν στις 12:30 το μεσημέρι αναγκάζονται να περιμένουν στην Ιεράπετρα για δύο ολόκληρες ώρες, μέχρι το επόμενο διαθέσιμο λεωφορείο για την Παχειά Άμμο στις 14:30. Αυτή η δίωρη αναμονή, ειδικά με την έλευση του χειμώνα, εκθέτει τα παιδιά σε κινδύνους και ταλαιπωρία, μετατρέποντας την καθημερινή τους μετακίνηση σε μια άσκοπη δοκιμασία. Το αίτημα γονέων για προσθήκη ενός ενδιάμεσου, μεσημεριανού δρομολογίου, όπως επισημάνθηκε στην εκπομπή, προσκρούει στην άρνηση του ΚΤΕΛ, ενώ η συζήτηση για τη δημιουργία δημοτικής αστικής συγκοινωνίας, που θα έδινε οριστική λύση, παραμένει για πάνω από μια δεκαετία σε θεωρητικό επίπεδο και προσκρούει στα συμφέροντα άλλων επαγγελματικών ομάδων.
Αυτές οι δύο παράλληλες ιστορίες ταλαιπωρίας συνθέτουν την εικόνα μιας πόλης που, ενώ διαθέτει έναν σημαντικό πληθυσμό 27.000 κατοίκων, βλέπει τις βασικές της υπηρεσίες να συρρικνώνονται. Οι πολίτες βρίσκονται εγκλωβισμένοι, χωρίς αξιόπιστη εξυπηρέτηση και χωρίς κανέναν αρμόδιο φορέα να παρεμβαίνει ουσιαστικά. Οι φωνές από το ραδιόφωνο δεν είναι απλά παράπονα αλλά και μια κραυγή αγωνίας για το αυτονόητο: το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή, ασφαλή και λειτουργική καθημερινότητα.
Δημοσίευση σχολίου